Bralos Rail Pass

Σιδηροδρομικό Πέρασμα Μπράλου

Σήραγγες

Γέφυρες

Σταθμοί-Στάσεις

Σήραγγες

Σε ολόκληρο το μήκος της γραμμής υπάρχουν 20 σήραγγες, η μεγαλύτερη των οποίων έχει μήκος 2109 μέτρα και η μικρότερη, μόλις 18μ. Η Σήραγγα του Μπράλου ήταν, μέχρι το 2004 η μεγαλύτερη σιδηροδρομική σήραγγα στην Ελλάδα και, την περίοδο που κατασκευάστηκε, ήταν ένα από τα σημαντικότερα τεχνικά έργα της εποχής, απασχολώντας πάνω από 500 εργάτες. Μαζί με τις σήραγγες κατατάσσονται οι «αμυντικές στοές». Έτσι αποκαλούνται στην σιδηροδρομική ορολογία, τα ειδικά στέγαστρα που κατασκευάζονται σε απόκρημνα σημεία προκειμένου να αποφεύγεται πτώσεις βράχων ή λίθων στις γραμμές και η, εξ αυτών, πρόκληση εκτροχιασμών ή άλλων ατυχημάτων.

Σήραγγα Μπράλου

Η Σήραγγα Μπράλου, ένα από τα πιο εντυπωσιακά και φιλόδοξα έργα των ελληνικών σιδηροδρόμων, βρίσκεται στην Χιλιομετρική Θέση 196+965, περίπου 2,66 χιλιόμετρα βόρεια του Σιδηροδρομικού Σταθμού Μπράλου. Η αρχική εκσκαφή της ξεκίνησε κατά την πρώτη εργολαβία, και με μήκος 2109 μέτρων, αποτέλεσε την μεγαλύτερη σιδηροδρομική σήραγγα στην Ελλάδα μέχρι το 2003. Παρά τις αρχικές προσδοκίες, οι εργασίες διακόπηκαν προσωρινά, αφήνοντας τη σήραγγα ημιτελή και εκτεθειμένη σε κινδύνους καταστροφής.

Το 1902, η γαλλική εταιρεία «Batignolles» ανέλαβε την αποπεράτωση του έργου, και έτσι η κατασκευή της Σήραγγας Μπράλου ξανά ξεκίνησε με εντατικούς ρυθμούς. Η εταιρεία απασχόλησε περισσότερους από 500 εργάτες, που εργάζονταν από τις δύο εισόδους της σήραγγας – από την πλευρά της Αθήνας και από την πλευρά της Λαμίας – με στόχο οι στοές να συναντηθούν ακριβώς στη μέση.

Τα εγκαίνια

Στις 04 Απριλίου του 1904, πραγματοποιήθηκαν τα επίσημα εγκαίνια της σήραγγας. Οι προσκεκλημένοι από διάφορες περιοχές συγκεντρώθηκαν στην είσοδο από την πλευρά της Λαμίας, όπου τους υποδέχτηκαν αψίδες διακοσμημένες με σημαίες, μυρσίνες και δάφνες, καθώς και μια έντονη ατμόσφαιρα εορτασμού, με τους παρευρισκόμενους να επευφημούν και να ζητωκραυγάζουν.

Πολυάριθμοι επίσημοι και εκπρόσωποι της κατασκευαστικής εταιρείας καλωσόρισαν τους επισκέπτες, υπό τον ήχο κανονιοβολισμών και πυροτεχνημάτων που αντηχούσαν από τα γύρω υψώματα. Στη συνέχεια, όλοι επιβιβάστηκαν σε ξύλινα, στολισμένα αμαξάκια, τα οποία κινούνταν στη στενή σιδηροδρομική γραμμή εργασίας και φωτίζονταν με φανάρια, δημιουργώντας μια μοναδική και μαγευτική ατμόσφαιρα.

Το αποκορύφωμα της ημέρας ήταν η συνάντηση των δύο στοών στο μέσον της σήραγγας, όπου η κατασκευαστική εταιρεία είχε στήσει ένα εορταστικό σκηνικό με τραπέζια γεμάτα σαμπάνιες και γλυκίσματα. Όταν ο επικεφαλής των εργασιών έδωσε το σύνθημα, μια έκρηξη δυναμίτιδας κατέρριψε το τελευταίο κομμάτι βράχου που χώριζε τις δύο στοές, ενώ η σήραγγα γέμισε από εκκωφαντικές επευφημίες και πανηγυρισμούς. Ο Πρόεδρος της Βουλής κήρυξε επίσημα τα εγκαίνια της σήραγγας, και οι παρευρισκόμενοι απόλαυσαν σαμπάνια και εδέσματα, γιορτάζοντας το σπουδαίο αυτό κατόρθωμα.

Μετά την τελετή, οι προσκεκλημένοι μεταφέρθηκαν πίσω στο Πουρναράκι, όπου τους περίμενε ένα πολυτελές γεύμα, με εδέσματα από διάφορες κουζίνες. Στο γεύμα απονεμήθηκαν και αναμνηστικά μετάλλια στους υπεύθυνους και το προσωπικό που είχε συμβάλλει στο έργο. Η γιορτή ολοκληρώθηκε με ζωντανή μουσική από τοπική ορχήστρα και χορό μέχρι εξαντλήσεως, σε μια ανεπανάληπτη ατμόσφαιρα ενότητας και ενθουσιασμού.

Μία κληρονομιά που αντέχει στον χρόνο

Στις 17 Οκτωβρίου 1944, καθώς οι Γερμανοί αποχωρούσαν από την περιοχή, κατέστρεψαν τμήματα της σήραγγας, ανατινάζοντάς την σε τρία σημεία συνολικού μήκους 300 μέτρων. Οι εργασίες αποκατάστασης ξεκίνησαν εν μέσω του Εμφυλίου Πολέμου και ολοκληρώθηκαν στις 14 Απριλίου 1949, με τα εγκαίνια της γέφυρας της Παπαδιάς. Στην αποκατάσταση συνεργάστηκαν οι Σιδηρόδρομοι Ελληνικού Κράτους (Σ.Ε.Κ.) και η Αμερικανική Αποστολή για την Ανασυγκρότηση της Ελλάδας (AMAG), στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ. Στα έργα εργάστηκαν αρκετοί ντόπιοι κάτοικοι, οι οποίοι αμείβονταν με εξαιρετικά καλές απολαβές για την εποχή, γεγονός που αποτέλεσε σημαντικό κίνητρο και οικονομική ενίσχυση για τις τοπικές οικογένειες, καθώς συνέβαλαν στην ανασυγκρότηση και την επαναλειτουργία των υποδομών της περιοχής.

Τα διακριτικά

Η είσοδος της Σήραγγας Μπράλου κοσμείται ακόμα και σήμερα από μαρμάρινες αναμνηστικές πλάκες με τον βασιλικό θυρεό, τα αρχικά της σιδηροδρομικής εταιρείας Σ.Π.Δ.Σ. και την ημερομηνία του έργου, το 1904. Η σήραγγα αυτή δεν αποτελεί μόνο ένα σπουδαίο έργο μηχανικής, αλλά και ένα ιστορικό σύμβολο που υπενθυμίζει την προσπάθεια και την πρόοδο της εποχής.

Γέφυρες

Από την Τιθορέα έως το Λειανοκλάδι εκτείνονται συνολικά 22 γέφυρες με άνοιγμα μεγαλύτερο των 10 μέτρων, αποτελώντας μερικά από τα πιο εντυπωσιακά τεχνικά έργα της γραμμής. Καθ’ όλο το μήκος, συναντώνται από μικρά γεφύρια έως επιβλητικές κοιλαδογέφυρες, που άλλοτε είναι κατασκευασμένες αποκλειστικά από μέταλλο, άλλοτε με πέτρα και άλλοτε με συνδυασμό αυτών, γεφυρώνοντας απότομα φαράγγια και κοιλάδες. Ανάμεσά τους, ξεχωρίζουν ορισμένες από τις πιο φημισμένες και εντυπωσιακές σιδηροδρομικές γέφυρες της Ελλάδας, όπως η Γέφυρα της Παπαδιάς, του Ασωπού, της Μανδρίτσας και του Γοργοποτάμου.

Γέφυρα Κορομπίλι

Γέφυρα Κορομπίλι

Γέφυρα Παπαδιάς

Γέφυρα Παπαδιάς

Γέφυρα Ασωπού

Γέφυρα Ασωπού

Γέφυρα Μανδρίτσας

Γέφυρα Μανδρίτσας

206+634

206+634

206+855

206+855

207+686

207+686

208+046

208+046

208+666

208+666

209+020

209+020

209+320

Στάση Σπερχειός

Γέφυρα Καταρράκτη

Γέφυρα Καταρράκτη

210+380

210+980

Γέφυρα Ξεριά

Γέφυρα Ξεριά

Γέφυρα Γοργοποτάμου

Γέφυρα Γοργοποτάμου

Γέφυρα Παπαδιάς

Η Γέφυρα Παπαδιάς, ή Γέφυρα Μπράλου, είναι ένα εντυπωσιακό τεχνικό έργο μήκους 340 μέτρων και ύψους έως 60 μέτρων, κοντά στο βόρειο στόμιο του Μπράλου. Η κατασκευή της ολοκληρώθηκε το 1906 και, παρά τα πρώτα χρόνια σταθερότητας, στη δεκαετία του 1920 αντιμετώπισε προβλήματα λόγω ολίσθησης εδάφους. Έργα αποστράγγισης και στήριξης, όπως ένα πρόσθετο μεταλλικό βάθρο το 1930, έδωσαν λύση. Ωστόσο, η γέφυρα καταστράφηκε από τους υποχωρούντες Γερμανούς τον Οκτώβριο του 1944 και ανακατασκευάστηκε το 1949 από αμερικανική εταιρεία στο πλαίσιο του «Σχεδίου Μάρσαλ».

Η ονομασία της συνδέεται με διάφορους θρύλους. Σύμφωνα με έναν, προέρχεται από μια τραγική ιστορία όπου ένας παπάς και η παπαδιά σκότωσαν κατά λάθος τον γιο τους, ενώ άλλος θρύλος μιλά για μια ηρωική χήρα παπαδιά που υπερασπίστηκε το τσιφλίκι της από τους Τούρκους. Κάτοικοι της Οίτης αναφέρουν ότι σχετίζεται με το τοπωνύμιο «Παπαδιά» στην περιοχή.

Γέφυρα Ασωπού

Η Γέφυρα Ασωπού, στο ορεινό τοπίο της Οίτης, βρίσκεται σε υψόμετρο 327 μέτρων και "κρέμεται" πάνω από απόκρημνα βράχια. Κατασκευάστηκε το 1906 από τον Γάλλο μηχανικό Paul Bodin, με εντυπωσιακή σχεδίαση που την καθιστούσε μοναδική στην Ευρώπη. Αποτελούνταν από τέσσερα μεταλλικά ζευκτά, ένα μεγάλο τριαρθρωτό τόξο μήκους 80 μέτρων και ύψους 24 μέτρων, και ένα πέμπτο ζευκτό, με συνολικό μήκος 178,15 μέτρα. Το βάρος της μεταλλικής κατασκευής της έφτανε τους 390 τόνους. Η γέφυρα υπήρξε επίτευγμα της σιδηροδρομικής μηχανικής, αλλά καταστράφηκε για πρώτη φορά στις 21 Ιουνίου 1943 από αγγλική ομάδα σαμποτέρ υπό τον Gordon Green, χωρίς ελληνική συμμετοχή. Η καταστροφή της προκάλεσε σοβαρά προβλήματα στις γερμανικές μεταφορές, με την προσωρινή επισκευή της να απαιτεί έξι εβδομάδες και τη χρήση στρατιωτικής γέφυρας τύπου Βάγκνερ.

Η Μεταπολεμική Γέφυρα

Κατά την υποχώρησή τους, στις 17 Οκτωβρίου 1944, οι Γερμανοί ανατίναξαν τη γέφυρα, καταστρέφοντάς την ολοσχερώς μαζί με τα γειτονικά τούνελ. Η μεγάλη έκταση της καταστροφής οδήγησε στη χάραξη νέας γραμμής και την κατασκευή νέας γέφυρας και σήραγγος μήκους 210 μέτρων προς την πλευρά του Λειανοκλαδίου, τα οποία ολοκληρώθηκαν τον Ιούνιο του 1945. Η νέα γέφυρα, κατασκευασμένη από ένα μεταλλικό ζευκτό μήκους 68,58 μέτρων, έχει ύψος 69 μέτρα και βάρος 250 τόνους, διατηρώντας την ιστορική της σημασία ως κρίσιμη υποδομή για την διάσχυση του Φαραγγιού του Ποταμού Ασωπού.

Γέφυρα Γοργοποτάμου

Η γέφυρα του Γοργοποτάμου αποτελεί ένα εντυπωσιακό τεχνικό και ιστορικό επίτευγμα, βρίσκεται στη χιλιομετρική θέση 214+720 του Σιδηροδρομικού Περάσματος του Μπράλου. Με υψόμετρο 100 μέτρα και μήκος 211,176 μέτρα, αποτελεί το τελευταίο σημαντικό έργο πριν η γραμμή κατηφορίσει προς τον κάμπο της Λαμίας και τον σταθμό του Λειανοκλαδίου. Κατασκευάστηκε μεταξύ του 1902 και του 1908, με την τελική της μορφή να αποτελείται από 7 μεταλλικά ζευκτά που στηρίζονταν σε 6 μεσόβαθρα. Το συνολικό βάρος της μεταλλικής κατασκευής ήταν 580 τόνοι.

Η αρχική κατασκευή της γέφυρας αντιμετώπισε σημαντικές προκλήσεις λόγω της γεωλογικής αστάθειας της περιοχής, ειδικά στην πλευρά της Τιθορέας, όπου τα θεμέλια έπρεπε να στηριχθούν σε μαλακό ασβεστόλιθο. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η σταθερότητα της κατασκευής, εφαρμόστηκαν καινοτόμες λύσεις, όπως η κατασκευή υπόγειου δικτύου αποστράγγισης μήκους 570 μέτρων και δύο μεταλλικών αντί πέτρινων μεσόβαθρων για την ελαφρύτερη κατασκευή. Παρά τις δυσκολίες, η γέφυρα παραδόθηκε για εργοταξιακή χρήση το 1904, ενώ οι εργασίες βελτίωσης ολοκληρώθηκαν το 1908.

Ένα Σύμβολο Αντίστασης

Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ οι Γερμανοί είχαν αποκαταστήσει τη σιδηροδρομική κυκλοφορία από τον Μάρτιο του 1942, απαιτήθηκε μια νέα, θαρραλέα αντιστασιακή πράξη για τη διακοπή του σιδηροδρομικού δικτύου. Εξετάστηκαν διάφορες εναλλακτικές γέφυρες για ανατίναξη, όπως της Παπαδιάς, του Ασωπού και του Γοργοποτάμου. Στις 25 Νοεμβρίου 1942, ανατινάχθηκε η γέφυρα του Γοργοποτάμου, καθώς θεωρήθηκε ο ευκολότερος στόχος.

Η επιχείρηση οργανώθηκε από τις συνεργαζόμενες δυνάμεις του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και Άγγλων σαμποτέρ, οι οποίες για πρώτη και τελευταία φορά έδρασαν από κοινού. Το γεγονός αυτό συμβόλισε την ενιαία εθνική αντίσταση και διέκοψε τον γερμανικό ανεφοδιασμό προς το μέτωπο της Αφρικής. Υπό την ηγεσία του Άρη Βελουχιώτη και του Ναπολέοντα Ζέρβα, η επιχείρηση πέτυχε να προκαλέσει καθυστέρηση στον ανεφοδιασμό των γερμανικών δυνάμεων για περίπου 40 ημέρες. Ωστόσο, η επιτυχία αυτή συνοδεύτηκε από σκληρά αντίποινα από τους κατακτητές, που περιλάμβαναν εκτελέσεις αμάχων.

Η γέφυρα επισκευάστηκε προσωρινά από τους Γερμανούς στις 5 Ιανουαρίου 1943, μόνο για να καταστραφεί εκ νέου από τους ίδιους κατά την αποχώρησή τους τον Οκτώβριο του 1944. Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου αποτελεί σύμβολο της Εθνικής Αντίστασης και τιμάται κάθε χρόνο στον χώρο της γέφυρας την ίδια ημερομηνία.

Η Αποκατάσταση του Γοργοποτάμου

Μετά τον πόλεμο, η αποκατάσταση της γέφυρας πραγματοποιήθηκε από την Αμερικανική εταιρεία A.D.P., υπό την επίβλεψη του Σώματος Αμερικανών Μηχανικών. Η νέα γέφυρα, που ολοκληρώθηκε το 1948, διατήρησε την αρχική της μορφή, αλλά ενισχύθηκε με σύγχρονα υλικά, αυξάνοντας το συνολικό βάρος της μεταλλικής κατασκευής σε 680 τόνους. Σήμερα, η γέφυρα αποτελεί σημαντικό μνημείο της Εθνικής Αντίστασης.

Εκτός από τη στρατηγική και ιστορική της σημασία, η γέφυρα συνδέεται και με τραγικά γεγονότα. Στις 29 Νοεμβρίου 1964, κατά τον πρώτο επίσημο εορτασμό της ανατίναξής της, έκρηξη νάρκης προκάλεσε τον θάνατο 13 ανθρώπων και τον τραυματισμό 45. Παρά την επίσημη εκδοχή που αποδίδει την έκρηξη σε παλιά νάρκη του Εμφυλίου, η κοινή γνώμη παραμένει διχασμένη, θεωρώντας πιθανή την προβοκάτσια.

Σταθμοί-Στάσεις

Στο Πέρασμα λειτούργησαν συνολικά 13 σιδηροδρομικοί σταθμοί και στάσεις, οι οποίοι εξυπηρετούσαν τόσο τις ανάγκες των επιβατών όσο και τη ροή της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας στην περιοχή. Τα σιδηροδρομικά συγκροτήματα αποτέλεσαν σημαντικά κέντρα διασταυρώσεων, διαμετακόμισης και εμπορίου, συμβάλλοντας καθοριστικά στην οικονομική και κοινωνική ζωή της περιοχής. Η χρήση και η λειτουργία τους δεν παρέμειναν σταθερές κατά τη διάρκεια των 110 ετών λειτουργίας, καθώς οι ανάγκες και οι κανονισμοί άλλαζαν με την πάροδο του χρόνου: νέοι σταθμοί ιδρύθηκαν, ενώ άλλοι καταργήθηκαν, μετονομάστηκαν ή αναβαθμίστηκαν.

Σταθμός Τιθορέα

Στάση Παρνασσός

Σταθμός Αμφίκλεια

Σταθμός Λιλαία

Σταθμός Μπράλος

Σταθμός Ελευθεροχώρι

Σταθμός Ασωπός

Στάση Τραχίνα

Σταθμός Αρπίνη

Στάση Γοργοπόταμος

Στάση Φον Στούντνιτς

Στάση Σπερχειός

Σταθμός Λειανοκλάδι

Αρχιτεκτονική

Τα κτίρια σιδηροδρομικών σταθμών κατατάσσονται αρχιτεκτονικά σε τέσσερις κατηγορίες (Α’, Β’, Γ’ και Δ’ τάξη), με όλα τα κτίρια να είναι λιθόκτιστα. Σε κάθε κατηγορία χρησιμοποιούνται τα κατάλληλα κεντρικά κτίρια και βοηθητικά κτίσματα, τα οποία εξυπηρετούν τις αντίστοιχες σιδηροδρομικές λειτουργίες. Συγκεκριμένα, οι σταθμοί ανήκουν στις τάξεις Α’, Β’ και Γ’, ανάλογα με τον όγκο της κυκλοφορίας και τις παρεχόμενες υπηρεσίες, ενώ στην τέταρτη κατηγορία (Δ’ τάξη) περιλαμβάνονται οι στάσεις.